Το πανεπιστήμιο είναι η ανώτατη κρατική βαθμίδα εκπαίδευσης και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καπιταλιστικά δομημένης κοινωνίας. Λόγω αυτού είναι επιφορτισμένο να τελέσει ένα πολύ σημαντικό έργο για τη διατήρηση του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, την σταδιακή εισαγωγή νέων ανθρώπων στον τρόπο λειτουργίας του. Έχοντας αυτή τη λειτουργία ως σκοπό, το πανεπιστήμιο δεν αποτελεί μια ουδέτερη δομή σε μια εξουσιαστική κοινωνία που βασίζεται στην ανισότητα, το ταξικό διαχωρισμό και την εκμετάλλευση. Αντίθετα, συμβάλει για την ύπαρξη και διαιώνισή της.
Η ύπαρξη του δε βασίζεται σε μια αφηρημένη και αόριστη διάδοση της «γνώσης», αλλά αφορά την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών. Συγκροτήθηκε στα πλαίσια μετάβασης της οικονομίας από φεουδαρχική σε καπιταλιστική για να καλύψει τις πρωτοεμφανισμένες ανάγκες συσσώρευσης του κεφαλαίου στη παραγωγική διαδικασία. Οι επιστημονικές και τεχνολογικές ανακαλύψεις που οδήγησαν στην άνοδο του δευτερογενή τομέα παραγωγής -τη βιομηχανία- διαμόρφωσαν την ανάγκη ύπαρξης πανεπιστημιακών κέντρων. Τα οποία θα συγκεντρώνουν, θα αναπτύσσουν και θα μεταδίδουν την επιστημονική γνώση παράγοντας εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό που θα στελεχώνει μαζί με το ανειδίκευτο τα παραγωγικά κάτεργα κερδοφορίας του κεφαλαίου. Από τότε τα πανεπιστήμια αποτελούν μέρος της εκβιαστικής λειτουργίας του καπιταλιστικού κόσμου καθώς λειτουργούν συμπληρωματικά στον εκβιασμό της μισθωτής εργασίας. Στον καπιταλιστικό κόσμο οι από κάτω αναγκάζονται να βιώνουν καθημερινά την εκμετάλλευση στους χώρους εργασίας για να επιβιώσουν. Ειδικά στις σύγχρονες κοινωνίες, η παραγωγή είναι τόσο έντονα εξειδικευμένη και κατακερματισμένη που ορίζει εκβιαστικά την αναγκαιότητα εξειδίκευσης μέσω ενός πτυχίου.
Το εκμεταλλευτικό οικονομικό σύστημα έχει στόχο να αυξήσει το κέρδος των αφεντικών που κατέχουν τα μέσα παραγωγής. Γι’ αυτό και οι σχολές που λειτουργούν σαν μηχανισμός τροφοδοσίας εργατών προσφέρουν γνώση, ερευνητικά προγράμματα και ανακαλύψεις για το κέρδος φορέων-ατόμων. Ατελείωτες ώρες φοιτητές/ριες, διδάκτορες, ερευνητές εργάζονται πάνω σε project που τους έχουν επιβληθεί από κράτη και εταιρίες ώστε να φέρουν ένα κερδοφόρο αποτέλεσμα. Ως γεωπονικό, συμμετάσχουμε σε πολλές έρευνες κάθε χρόνο κάποιες από τις οποίες αξιοποιούνται από εταιρίες όπως η φάγε και η bayer. Επίσης, έχουμε αποτελέσει ένα φτηνό εργαλείο του κράτους ώστε να κάνει πιο εύκολα τις βρομοδουλειές του. Κάπως έτσι το πανεπιστήμιο έγινε συνένοχο στον απαίσιο μηχανισμό που ονομάζουν διαχείριση μεταναστών. Ομάδα του γεωπονικού συμμετείχε στην απεντόμωση κέντρων κράτησης μεταναστών/ριών, χώρων δηλαδή εγκλεισμού ανθρώπων που από παντού διωγμένοι, κατέληξαν σε αυτό που το ελληνικό κράτος αποκαλεί φιλοξενία, χωρίς καμία προοπτική βελτίωσης της ζωής τους. Επίσης, το γεωπονικό , όπως και άλλες σχολές , συνεργάζεται συχνά με μεγάλους ομίλους όπως τα ιδρύματα των εφοπλιστών Ωνάση και Νιάρχο. Μέσα από αυτές τις συνεργασίες προωθούνται τα συγκεκριμένα ιδρύματα ως φιλανθρωπικοί οργανισμοί, αποκρύπτοντας έτσι τα πραγματικά τους συμφέροντα.
Ως προς την κοινωνία, τα πανεπιστήμια είναι επιφορτισμένα στο να εμφυσήσουν την κυρίαρχη ιδεολογία στους εκπαιδευόμενους/ες. Την αξία του ανταγωνισμού, της ατομικής ανέλιξης στη ταξική διαστρωμάτωση. Την πίστη στους θεσμούς του κράτους, την αίσθηση ότι η επιστήμη ως ιερό δισκοπότηρο θα καλυτερεύσει από μόνη της την κοινωνία. Το κράτος παρουσιάζει το πανεπιστήμιο ως την αυθεντία της γνώσης, η οποία εμφανίζεται με μία μεταφυσική διάσταση αποκομμένη από το πολιτικοοικονομικό πλαίσιο που λειτουργεί και εδράζεται. Έτσι παράλληλα με την επιστημονική – τεχνική κατάρτιση, διαμορφώνεται και το προφίλ του/ης επιστήμονα με το αποστειρωμένο συνειδησιακό υπόβαθρο που θεωρεί αυταξία την επιστημονική μεθοδολογία και είναι έτοιμος/η πια να ριχτεί ψυχή και σώμα στο στίβο της καπιταλιστικής παραγωγής ως πειθήνιο εξάρτημά της.
Σε περιόδους «ευμάρειας» και ανάπτυξης όπου η ταξική κινητικότητα είναι εφικτή, το πανεπιστήμιο αποτελεί το βασικό μηχανισμό κοινωνικής ανέλιξης , τη δίοδο για την άνοδο στις μεσαίες και ανώτερες τάξεις. Όμως καθώς αυτές οι περίοδοι δεν κρατάνε επ’ αόριστον και οι κρίσεις αναδεικνύουν τον ωμό χαρακτήρα του καπιταλισμού, η ταξική κινητικότητα βαδίζει μόνο προς τα κάτω. Παρόλα αυτά το όραμα της κοινωνικής ανέλιξης δε χάνει την αξία του και χωρίς το ρεαλιστικό του πυρήνα, διατηρεί το φαντασιακό του περίγραμμα. Δηλαδή το κράτος πάντα επενδύει στο να υποδείξει στους/ις καταπιεσμένους/ες τη δυνατότητα ανέλιξης και (μικρό)αστικοποίησης, ώστε να μην αντιληφτούν τη θέση τους και το σημαντικότερο να μην την αμφισβητήσουν. Το πανεπιστήμιο άλλωστε είναι ο κατεξοχήν φορέας διάχυσης ψευδαισθήσεων. Παρουσιάζει την κοινωνική εξέλιξη σαν σπειρωτή σκάλα που βαδίζει αέναα προς τα πάνω και έχει χώρο για τον/ην καθένα/μία αρκεί να είναι πρόθυμος/η να ανέβει τα σκαλοπάτια, θεώρημα που δεν εφάπτεται με την πραγματικότητα. Όμως, ακόμα και όταν η ψευδαίσθηση της ανέλιξης σβήσει, λόγω της εγκαθίδρυσης αυτού του τρόπου σκέψης, διατηρούνται και ενισχύονται οι ταξικοί διαχωρισμοί αφού μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας δεν αντιδρά. Διαχωρισμοί που θεωρούν ανώτερο/η έναν/μια πλούσιο/α επιχειρηματία από ένα/μια φτωχό/η εργάτη/τρια και σε θέματα διαβίωσης αλλά και σε θέματα επιλογών και δικαιωμάτων. Η κατώτερη τάξη διαποτίζεται με το αίσθημα της αχρηστίας, της απαισιοδοξίας και πιστεύει πως έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα αφού εσωτερικεύει την μη ανέλιξη ως προσωπική ανικανότητα. Η ανώτερη αντίθετα κάνει ότι περνάει από το χέρι της για να διατηρεί αυτό το χάσμα που της επιτρέπει να ηγείται σε κάθε έκφανση της ζωής των άλλων.
Όπως γενικά στην εκπαίδευση έτσι και στο πανεπιστήμιο ο θεσπιζόμενος ανταγωνισμός εμπεριέχεται στη βαθμολόγηση, στο κυνήγι της εξατομικευμένης απόδοσης, στο άγχος των εξετάσεων και στο διαχωρισμό των ατόμων σε ικανούς και ανίκανους. Ο/Η ικανός/ή και ο/η ανίκανος/η που καθορίζονται από συγκεκριμένα πρότυπα μαθητείας και συμπεριφοράς που έχει ο καπιταλιστικός κόσμος. Πρότυπα που κάποιοι/ες αποφάσισαν πως είναι σωστά και πως όλοι/ες εμείς πρέπει να ακολουθούμε. Η διαφορά με τη πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, είναι πως το πανεπιστήμιο, όντας μη υποχρεωτικό, δε βασίζεται τόσο στην εκπειθάρχηση, την τιμωρία και τον έλεγχο των εκπαιδευόμενων. Αλλά επιχειρεί να εμφυσήσει στα ήδη πειθαρχημένα υποκείμενα την πίστη στον ακαδημαϊσμό ως το μέσο για την ανέλιξη τους, παρέχοντας παράλληλα ψευδαισθήσεις ελευθερίας και «ανοιχτού πνεύματος».Το κράτος και η αστική ηθική προβάλουν το πτυχίο ως τη κατάκτηση κάποιου κύρους. Η ειδικότητα του πτυχίου μετατρέπεται σε ταυτότητα, με αποτέλεσμα το επάγγελμα να ορίζει τα άτομα και η αξία τους να κρίνεται από την αξία του επαγγέλματός τους.
Στα πλαίσια της γενικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, υπάρχει η κατεύθυνση ιδιωτικοποίησης των πανεπιστημίων. Επιδιώκοντας να δημιουργηθεί ένα ακόμα μεγαλύτερο πεδίο κερδοφορίας για τα αφεντικά, τα οποία θα χρεώνουν αντί να πληρώνουν τους/ις εκπαιδευόμενους/ες για το χρόνο που σπαταλούν για την κατάρτιση. Μια κατάρτιση που προορίζεται ούτως η άλλως για τα αφεντικά και τις επιχειρήσεις τους. Επιπλέον το κόστος εκπαίδευσης παράγει αποκλεισμούς στη πρόσβαση των κατώτερων τάξεων. Δημιουργεί ζώνες περισσευούμενου πληθυσμού, καταρρίπτοντας επίσημα πια τα παραμύθια της αστικής δημοκρατίας περί ίσων δυνατοτήτων και ευκαιριών στο καπιταλιστικό κόσμο. Μπορεί η συνθήκη της ιδιωτικοποίηση να μην υπάρχει ακόμα, όπως σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, όμως στοιχεία της υπάρχουν και σήμερα. Σε πανεπιστημιακές έρευνες που προορίζονται για επιχειρήσεις, στα δίδακτρα για μεταπτυχιακά προγράμματα, στις εταιρείες που διαχειρίζονται τη σίτιση, στον εθελοντισμό που είναι το άλλο όνομα της απλήρωτης εργασίας, στις πρακτικές με τις αμοιβές χαρτζιλίκι. Η πρακτική είναι υποχρεωτική σε κάθε σχολή ώστε να πάρει κάποιος/α πτυχίο και γι’αυτό αποτελεί πεδίο εκμετάλλευσης από επιχειρήσεις, οι οποίες χρησιμοποιούν εργατικό δυναμικό χωρίς να καταθέτουν το ανάλογο ποσό το οποίο θα δικαιούταν κάθε εργαζόμενος/η. Ο/Η φοιτητής/ρια ως υποκείμενο βρίσκεται σε μια νεκρή ζώνη, αφού όντας ενήλικος/η καλείται να πληρώνει για τις ανάγκες επιβίωσης, αλλά αντίθετα δεν αμείβεται για την εκπαίδευση που παρακολουθεί. Η οποία του/ης δημιουργεί επιπλέον κόστος σε εισιτήρια για μετακίνηση, ακόμα και για στέγαση καθώς πολλοί/ες έρχονται από την επαρχία ή άλλες πόλεις και αναγκάζονται να κάνουν «διπλοβάρδια» σχολή – δουλειά ξοδεύοντας όλη τους τη μέρα για να βγάλουν τρίχες που με το ζόρι φτάνουν για τα βασικά.
Ακόμα, οι σχολές αποτελούν για τους κομματικούς μηχανισμούς ένα πεδίο που επιδιώκουν να έχουν πρόσβαση για να κάνουν εισοδισμό, στις παρατάξεις που ελέγχουν. Με παρόμοια δράση όλες οι παρατάξεις αποσκοπούν στην εξοικείωση των φοιτητών/ριών με την κουλτούρα των κομμάτων και του κράτους, με την εκλογική διαδικασία και την ανάθεση ως τρόπο λήψης αποφάσεων. Με αποτέλεσμα τα κομματόσκυλα να κάνουν άνετα την προπαγάνδα τους, είτε ακολουθώντας την αναπτυξιακή γραμμή των φιλελευθέρων είτε ταγμένοι/ες στην αριστερή εκδοχή του κράτους, αντί να είναι διαρκώς στο στόχαστρο για τις εθελούσιες υπηρεσίες τους στην υποτίμηση και εξαθλίωση των ζωών μας. Και οι δύο εξυμνούν κρατικά μοντέλα με ιεραρχίες, καταπιεστές και καταπιεσμένους/ες και ουσιαστικά δεν θέλουν να καταλύσουν το ήδη υπάρχον κράτος. Είτε θέλουν να το μετατρέψουν προς όφελος τους είτε θέλουν να το διατηρήσουν ως έχει και να το ενδυναμώσουν ακόμα περισσότερο. Μπορεί αρκετοί/ες φοιτητές/ριες να προέρχονται από τους από τα κάτω, ωστόσο δεν πρέπει να διαφεύγει πως εντός του πανεπιστημίου υπάρχει ταξική διαστρωμάτωση. Εκτός από εργαζόμενους/ες δημιουργούνται μελλοντικά αφεντικά, όπου με την κατάρτιση και ένα έτοιμο κληρονομικό κεφάλαιο θα ανοίξουν επιχειρήσεις και θα εκμεταλλεύονται τους/ις πρώην συμφοιτητές/ριες τους. Είναι αυτοί/ες που γλύφουν τους μεγαλοκαθηγητές, σαλιαρίζουν με τους κομματικούς και τις παρατάξεις για να παίρνουν σημειώσεις. Είναι οι φοιτητές/ριες που ασχολούνται μόνο με τη ζωούλα τους, δεν παίρνουν θέση στο δημόσιο διάλογο και δεν ενδιαφέρονται για τα κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα. Είναι γαλουχημένοι/ες στον ανταγωνισμό και επιδιώκουν με θρησκευτική ευλάβεια να χτίσουν την καριέρα τους.
Το κράτος επίσης επιδιώκει να αναδιαμορφώσει τους συσχετισμούς δυνάμεων και με άλλους τρόπους, προωθώντας την κατάργηση του ασύλου, το οποίο ούτως ή άλλως είναι εικονικό και δημιουργήθηκε για να προσδώσει μια ψεύτικη εικόνα κοινωνικής ειρήνης. Η πρώτη κατάργηση του ασύλου πραγματοποιήθηκε το 73 στο πολυτεχνείο και έπειτα στην νομική σχολή με αποκορύφωμα την αιματηρή εισβολή των αστυνομικών και στρατιωτικών δυνάμεων στις 17 Νοέμβρη στο πολυτεχνείο και έτσι το άσυλο στιγματίστηκε ως ένα πεδίο συγκρούσεων και αντιστάσεων με το υπάρχον. Επίσημα κατοχυρώνεται επί πασοκ το 82 αν και ταυτόχρονα κατοχυρώνεται και η άρση του από την ομόφωνη απόφαση του/ης πρύτανη ενός μέλους δεπ και του/ης εκπροσώπου των φοιτητών/ριών . Έτσι και η πρώτη άρση πραγματοποιείται το 85 στο χημείο μετά τις συγκρούσεις για την δολοφονία του Καλτεζά και έπειτα το 95 μετά τις συγκρούσεις για αλληλεγγύη στις εξεγέρσεις των φυλακισμένων . Τέλος ο νόμος που ισχύει μέχρι και σήμερα για το άσυλο είναι ο νόμος πλαίσιο όπου πλέον η απόφαση παίρνεται από το πρυτανικό συμβούλιο , ισχύει μόνο μέσα στους χώρους διδασκαλίας , στα αμφιθέατρα και οποιαδήποτε παρεμπόδιση της ομαλής λειτουργίας του πανεπιστημίου σηματοδοτεί και την κατάργηση του ασύλου . Η άρση του αποσκοπεί στην εντονότερη παρουσία ελέγχου και καταστολής στην καθημερινότητα μας. Η χρήση του όμως πραγματώνεται όταν αποσυνδέεται από την φοιτητική κανονικότητα και γίνεται κομμάτι του συνολικού επαναστατικού κινήματος ως εργαλείο αγώνα .
Εμείς αρνούμαστε να ικανοποιήσουμε τις ορέξεις των αφεντικών. Κάθε μέρα προσπαθούμε να δημιουργούμε είτε μικρά είτε μεγάλα προβλήματα στα σχέδιά τους, να μιλάμε για ότι θεωρούμε άδικο, να τους επιστρέφουμε τη βία που μας ασκούν. Αναγνωρίζοντας το πανεπιστήμιο ως ένα ακόμα κρίκο στην αλυσίδα εκμετάλλευσης, επιθυμούμε να υπονομεύσουμε την ομαλότητα και τις ψευδαισθήσεις που αυτή παράγει. Να αναδείξουμε το ρόλο του, που σε κάθε του έκφανση παραμένει ο ίδιος. Η προετοιμασία εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού για να θρέψει την καπιταλιστική μηχανή. Να φτύσουμε την προοπτική που μας επιφυλάσσουν τα αφεντικά και να μετατρέψουμε τις σχολές από χώρους έκφρασης της ακαδημαϊκής αφασίας σε πεδία αμφισβήτησης και συλλογικής εναντίωσης στην εξουσία. Δεν θέλουμε ένα κόσμο ανταγωνιστικό, που ο/η πιο δυνατός/ή κερδίζει πατώντας επί πτωμάτων, που η μόνη χαρά είναι το χρήμα. Δεν θέλουμε η μόρφωση να είναι κατακερματισμένη έχοντας σαν κατεύθυνση να καλύψει άχρηστες και επίπλαστες ανάγκες που υπάρχουν μόνο για να δημιουργείται κέρδος και να μας καθιστούν επίτηδες άχρηστους/ες ειδικεύοντας τις γνώσεις μας τόσο πολύ που να αποτελούμε ένα μόνο μικρό κομμάτι μιας μηχανής, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε ποτέ να δημιουργήσουμε κάτι από μόνοι/ες μας. Για την καταστροφή του εξουσιαστικού κόσμου, που το πανεπιστήμιο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του. Ενός κόσμου που βασίζεται στην κρατική καταπίεση, την καπιταλιστική εκμετάλλευση, τους έμφυλους διαχωρισμούς και τους καθημερινούς εξαναγκασμούς. Προτάσσουμε την αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων, την αυτομόρφωση, τη διάδοση της γνώσης χωρίς αυθεντίες αλλά με συλλογική κατάκτηση χωρίς ρόλους και εξειδικεύσεις, την αυτοοργάνωση στη διασκέδαση, την καλλιέργεια της φαντασίας και της δημιουργικότητας σε όλους τους τομείς. Ως το γκρέμισμα κάθε μορφής καταπίεσης, κάθε πανεπιστημιακού ιδρύματος. Ως το γκρέμισμα του υπάρχοντος και την δόμηση ενός καινούριου ελεύθερου κόσμου.
ΟΙ ΦΟΙΤΗΤΟΩΡΕΣ ΜΙΖΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΓΕΜΑΤΕΣ, ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΓΕΜΑΤΑ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ
ΝΑ ΜΗΝ ΖΗΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΔΟΥΛΟΙ
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΤΥΧΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΟΧΙ ΥΠΟΤΑΓΗ
Αυτοοργανωμένο Στέκι Γεωπονικού
2018-2019